Πέρασε η βοή το άσπρο σύννεφο
...και φωλιάσαν τα πουλιά
και μερώσανε τ'αγρίμια
και φωλιάσαν τα πουλιά
σμίξανε τα κύματα
στη γαλήνια νύχτα.
και μερώσανε τ'αγρίμια
και φωλιάσαν τα πουλιά
σμίξανε τα κύματα
στη γαλήνια νύχτα.
Και ξαφνικά, από τα ανοιχτά παράθυρα της τάξης, με μόνους ήχους τα στυλό πάνω στις κόλλες και το τραγούδι των πουλιών απ' έξω, ένας μικρός, μικρούλικος επισκέπτης, όχι ακόμα τόσο καλός πιλότος όσο τα αδέρφια του, με μια φτερούγα πιο αδύναμη από την άλλη, έκανε τις βόλτες του πάνω από τα χαμογελαστά κεφάλια, και τα έκπληκτα γελάκια των παιδιών, μέχρι να τον ξαναβγάλουμε έξω στην ζεστή μέρα......
-Ε, κυρία, έμαθε ότι γράφουμε Όρνιθες, και ήρθε και αυτό να μας κάνει παρέα!!!!!
Και ρίχνοντας μια ματιά τριγύρω, έξω από την τάξη, πέρα από την σκιά των δέντρων, εκεί που η ζωή ακούγεται να συνεχίζεται και να κυλάει, έξω από την μικρή αυτή φούσκα της τάξης stasis από τον χρόνο που έξω καλπάζει, από την ειδησεογραφία, εκεί πέρα που η κάθε στιγμή γράφεται με γράμματα κυρίως μελανά ή κόκκινα, και τα προβλήματα του κόσμου θα αρπάξουν πάλι τα παιδιά που για λίγη ώρα, χάθηκαν μέσα στους στίχους του Αριστοφάνη, βλέπεις τα λόγια του παρελθόντος να φαντάζουν σύγχρονα μπροστά σου....
A, προδοθήκαμε, επάθαμε ανόσια,
τούτος ήτανε φίλος μας κι έβοσκε
στα χωράφια μαζί μας σαν σύντροφος.
Καταπάτησε νόμους αρχαίους
και τους όρκους των όρνιων επρόδωσε.
Με δόλο εδώ μας κάλεσε
κοντά σε γένος άνομο
που πάντα εχτρός μας στάθηκε
πάντα τροφή μας έκανε.
Και σκέφτεσαι.... "Αέρα, κελελέφ!"